χαιρετισμός

χαιρετισμός
ο
1. η ενέργεια του χαιρετίζω, χαιρέτισμα.
2. απόδοση τιμών στη σημαία κ.ά.
3. στον πληθ., οι Χαιρετισμοί σειρά εκκλησιαστικών ύμνων που ψέλνονται προς τιμή της Θεοτόκου και αρχίζουν με τη λέξη «χαίρε».

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • χαιρετισμός — greeting masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαιρετισμός — ο, ΝΜΑ [χαιρετίζω] 1. το να προσφωνεί κανείς κάποιον που συναντά με τις λέξεις χαίρε, χαίρετε ή άλλη σχετική 2. απόδοση καθιερωμένων τιμών σε κάποιον ή σε κάτι (α. «ο χαιρετισμός τής σημαίας» β. «ὁ τῶν ἀπὸ Συρίας ἐρχομένων πρέσβεων πρὸς τὸν… …   Dictionary of Greek

  • χαιρετισμοί — χαιρετισμός greeting masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαιρετισμοῦ — χαιρετισμός greeting masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαιρετισμούς — χαιρετισμός greeting masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαιρετισμῶν — χαιρετισμός greeting masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαιρετισμόν — χαιρετισμός greeting masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ασπασμός — ο (AM ἀσπασμός) [ασπάζομαι] 1. το φίλημα 2. ο χαιρετισμός μσν. νεοελλ. 1. ο ύστατος χαιρετισμός, ο «τελευταίος ασπασμός» προς νεκρό 2. ο εναγκαλισμός των συλλειτουργούντων κληρικών κατά την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας νεοελλ. 1. το φίλημα, η… …   Dictionary of Greek

  • καλημέρα — (Μ καλημέρα) 1. επιφών. χαιρετισμού 2. ως ουσ. η καλημέρα ο χαιρετισμός με το επιφών. ευχής «καλημέρα» 3. (γενικά) χαιρετισμός, κοινωνική σχέση και γνωριμία («δεν θέλω ούτε την καλημέρα σου»). [ΕΤΥΜΟΛ. «Σύνθ. εκ συναρπαγής» από τη φρ. καλή… …   Dictionary of Greek

  • προσκύνηση — η / προσκύνησις, ήσεως, ΝΜΑ [προσκυνῶ] 1. η ενέργεια τού προσκυνώ, η εκδήλωση ευλαβούς λατρείας και τιμής, ιδίως προς το θείο («η προσκύνηση τών Μάγων») 2. εκδήλωση πιστής υποταγής σε πρόσωπο («τοὺς Ἕλληνας τοὺς ἐλευθερωτάτους προσαναγκάσεις ἐς… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”